15/04/2015 - "Καταιγισμός, ακινησία και κίνδυνος" - "Το πραγματικό έλλεμμα της Ελληνικής Οικονομίας"

    Αθήνα, 15/04/2015

    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ  

       Αναδημοσιεύουμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙ9ΝΗ της Κυριακής του Πάσχα 12/04/2015, το άρθρο του Στ. Καλύβα με τίτλο «Καταιγισμός, ακινησία και κίνδυνος» και το άρθρο του Μπ. Παπαδημητρίου με τίτλο «Το πραγματικό έλλειμμα της Ελληνικής Οικονομίας», προς ενημέρωση σας.

     

    Στ. Καλύβα - Καταιγισμός, ακινησία και κίνδυνος
       Με ρωτούσε πρόσφατα ένας συνάδελφός μου πώς πάνε τα πράγματα στην Ελλάδα και πώς ερμηνεύω τις πρόσφατες εξελίξεις. Αφού σκέφτηκα λίγο, του απάντησα πως αισθάνομαι σαν να τρέχω με ιλιγγιώδη ταχύτητα πάνω σε έναν διάδρομο γυμναστηρίου που έχει τοποθετηθεί στο χείλος ενός γκρεμού. Ομολογώ πως δεν βρήκα άλλον τρόπο να περιγράψω τον συνδυασμό των πολλαπλών, καταιγιστικών και συχνά απίστευτων, καθημερινών εξελίξεων, της γενικότερης ουσιαστικής ακινησίας και των τεράστιων κινδύνων που συνθέτουν τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Ας δούμε τα πράγματα με την σειρά τους.
       Κατ’ αρχάς, καταιγιστικές εξελίξεις που σε αφήνουν άφωνο: Φασιστικά γκραφίτι κατά της δημοκρατίας στον Αγνωστο Στρατιώτη από τους υποστηρικτές των τρομοκρατών και των δολοφόνων, έξαρση της ανομίας στο κέντρο της Αθήνας, προσπάθεια «τακτοποίησης» των καταδικασμένων τρομοκρατών από το υπουργείο Δικαιοσύνης, συνεχιζόμενη κατάληψη της πρυτανείας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ενας υπουργός Δημόσιας Τάξης που δηλώνει ανοιχτά για την ανυπαρξία του και φαίνεται να καμαρώνει γι’ αυτό. Την ίδια στιγμή άλλοι υπουργοί κάνουν λόγο είτε για προβοκάτσια, είτε για φυσιολογικά φαινόμενα διαμαρτυρίας. Πανηγύρια χουντικής αισθητικής και μετατροπή του υπουργείου Εθνικής Αμυνας και της προεδρίας της Βουλής, με εντελώς απροσχημάτιστο τρόπο, σε προπαγανδιστικούς μηχανισμούς που παραπέμπουν σε άλλες εποχές και άλλα καθεστώτα.    Αμετροέπεια, αλαζονεία αλλά και απειλές σε δημοσιογράφους που ασκούν κριτική. Κάθε μέρα βλέπουμε κάτι καινούργιο και πιο ανησυχητικό. Το χειρότερο κατά τη γνώμη μου είναι το γεγονός πως η κοινωνία βαθμιαία εθίζεται στο να αντιμετωπίζει ως φυσιολογικές καταστάσεις που κάτω από κανονικές συνθήκες θα βρίσκονταν στη σφαίρα μιας αρρωστημένης φαντασίας.
       Ουσιαστική ακινησία: Είναι δύσκολο να ερμηνεύσει κανείς τι είδους συμφωνία συνάψαμε τελικά με την Ευρωζώνη στις 20 Φεβρουαρίου. Οι συνομιλίες δείχνουν να έχουν βαλτώσει, το χάσμα ανάμεσα σε ολόκληρη την Ευρώπη και τη χώρα μας φαίνεται να μεγαλώνει. Αναζητούμε (μάταια) σανίδα σωτηρίας στη Ρωσία, στην Κίνα, ακόμη και στο Ιράν. Ουσιαστικά συμφωνήσαμε να συνεχίσουμε τη διαπραγμάτευση μέχρι να μας τελειώσουν τα χρήματα και να στεγνώσει εντελώς η οικονομία, θεωρώντας προφανώς πως όσο περισσότερο αδυνατίζει η θέση μας τόσο πιο πολύ ισχυροποιείται, προφανώς στη βάση της λογικής του πως η Ευρώπη δεν αντέχει το κόστος μιας εθνικής μας αυτοχειρίας. Από τη μία καταγγέλλουμε το χρέος και από την άλλη ζητούμε τη δόση μας. Αντί να κοιτάξουμε πώς θα βγούμε από το Μνημόνιο όπως οι υπόλοιπες χώρες, αναζητούμε την «αλήθεια» για το πώς δημιουργήθηκε το χρέος μας. Ποτέ στο παρελθόν δεν είχε εκδηλωθεί τόσο έντονα ο συμβολισμός εκείνος της Μεταπολίτευσης που θέλει την Ελλάδα με το ένα χέρι σηκωμένο σε επαναστατική γροθιά και το άλλο τεντωμένο να ζητιανεύει. Οποιος όμως έχει μια αίσθηση για το πώς μας αντιμετωπίζουν ακόμα και εκείνοι που είναι φιλικά διακείμενοι απέναντι στη χώρα μας, θα διαπιστώσει την κυριαρχία της δυσπιστίας και της αρνητικότητας.
       Τεράστιοι κίνδυνοι: Αρκεί ένα ατύχημα, μια λάθος κίνηση, μια κρίσιμη απόφαση για να πάρουν τα πράγματα τη χειρότερη δυνατή τροπή και να οδηγηθούμε χωρίς μάλιστα να προλάβουμε καν να το συνειδητοποιήσουμε εκτός της ευρωπαϊκής σφαίρας. Ακόμη και αν καταφέρουμε να κρατηθούμε μέσα στην Ευρωζώνη, δεν είναι πλέον καθόλου σίγουρο πως η οικονομία θα μπορέσει να αποφύγει μια νέα ύφεση με τα γνωστά πολλαπλασιαστικά της αποτελέσματα. Πολλοί οικονομολόγοι θεωρούν πως αυτό είναι πια δεδομένο. Σε ένα ευρύτερο επίπεδο, δεν είναι καν σαφές αν η χώρα θα μπορέσει να μπει στον δρόμο της ανάπτυξης τη στιγμή που η αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης φαίνεται να εξαντλείται στην επιδότηση της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης και στην απομείωση των χρεών του ΠΑΟΚ. Το χειρότερο: αρχίζει να διαφαίνεται ο κίνδυνος μιας βαθμιαίας επικράτησης φαινομένων κοινωνικού εκφυλισμού και επιλεκτικού αυταρχισμού. Η Ουγγαρία δείχνει πώς μια χώρα μπορεί να παραμείνει στην Ευρωπαϊκή Ενωση ρέποντας προς αυταρχικές πρακτικές.
       Τελικά πώς συνδυάζονται αυτά τα τρία στοιχεία, δηλαδή η αίσθηση μιας συνεχούς κινητικότητας από τη μία με την ουσιαστική ακινησία και τον αυξανόμενο κίνδυνο από την άλλη; Η κρίση που ζει η χώρα την τελευταία πενταετία μπορεί να είχε πολιτικά αίτια αλλά υπήρξε κατά βάση οικονομική. Ο λόγος που σήμερα κυβερνά ο συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι απόρροια των οικονομικών εξελίξεων. Δίχως την οικονομική πίεση των τελευταίων ετών και την αντίδραση που προκάλεσε ιδίως η επιβολή νέων φόρων, δεν μπορεί να γίνει κατανοητή η κυριαρχία του αντιμνημονιακού λόγου και η αναρρίχηση των κομμάτων αυτών στην εξουσία. Συγχρόνως όμως, η οικονομική κρίση παρήγαγε πλέον μια νέα πολιτική πραγματικότητα με τα χαρακτηριστικά που όλοι πλέον γνωρίζουμε. Αναπτύσσεται πλέον μια δυναμική με χαρακτηριστικά φαύλου κύκλου και αυτοεκπληρούμενης προφητείας, όπου μια αρνητική εξέλιξη στην οικονομική σφαίρα παράγει αρνητικές εξελίξεις στην πολιτική σφαίρα και ούτω καθεξής. Για μεγάλο διάστημα πίστευα πως τα χειρότερα βρίσκονται πίσω μας και πως η κατάσταση είναι αναστρέψιμη. Δεν είμαι πια τόσο σίγουρος.
     
    * Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

     

    Μπ. Παπαδημητρίου - Το πραγματικό έλλειμμα της Ελληνικής Οικονομίας
       Κυβερνητικοί παράγοντες πιστεύουν ότι το πρόβλημα της χώρας αρχίζει και τελειώνει στο έλλειμμα ρευστότητας. Είναι λάθος. Αλήθεια είναι ότι το κράτος έχει διεθνείς υποχρεώσεις. Από τα μέσα Αυγούστου μέχρι σήμερα, 4 δισ. πήγαν σε τόκους και πληρώθηκαν από τα τακτικά έσοδα, δηλαδή από τρέχοντες φόρους, όπως ήταν αναμενόμενο.    Αυτό που στράγγισε το κρατικό ταμείο ήταν τα 11 δισ. για την αποπληρωμή δανείων, που πληρώθηκαν από τους φόρους.

       Αυτό συνέβη επειδή και η προηγούμενη και η παρούσα κυβέρνηση αρνήθηκαν να εφαρμόσουν το συμφωνημένο πρόγραμμα προσαρμογής, με συνέπεια να παγώσουν οι υπολογισμένες δόσεις και να εκδηλωθεί η κρίση ρευστότητας για την οποία ομιλεί το υπουργείο Οικονομικών.

       Κατ’ αναλογία, πολλοί πιστεύουν ότι αρκεί να υπάρξει συμφωνία που θα απελευθερώσει τις καθυστερούμενες δόσεις, για να ξεπεραστεί η σοβούσα και πολύ επικίνδυνη κρίση πληρωμών.

       Να μου επιτραπεί να αμφισβητήσω τις καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις. Υπάρχουν δύο ουσιαστικά εμπόδια στην επίτευξη της τρίτης πολυετούς συμφωνίας. Το ένα είναι ότι πέραν της ταμειακής ρευστότητας, εμφανίστηκε και πάλι δημοσιονομικό έλλειμμα. Αν η κυβέρνηση δεν θέλει να ψηφίσει τα μέτρα που χρειάζονται για να κλείσει το δημοσιονομικό κενό, ούτε συμφωνία θα υπάρξει ούτε όμως και το έλλειμμα θα κλείσει.
       Ακόμη κι αν υπήρχε ο κόσμος εκείνος στον οποίο οι «ξένοι» τρελαίνονται και πληρώνουν τα δάνεια του κ. Τσίπρα. Ακόμη κι αν αποπλήρωναν το ΔΝΤ. Ακόμη κι αν διευθετήσουν τα λήγοντα ελληνικά ομόλογα της ΕΚΤ, αν μας ζητήσουν να τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας για τα υπόλοιπα, δεν μπορούμε.

       Αυτό είναι το πρόβλημα. Οι εισπράξεις του κράτους δεν επαρκούν για να καλύψουν τις υπάρχουσες δαπάνες και ακόμη λιγότερο τις προγραμματιζόμενες. Απαιτείται νέο στρίψιμο της δημοσιονομικής στρόφιγγας: μια νέα δόση λιτότητας. Δεν θα είναι τόσο μεγάλη όσο οι προηγούμενες, αλλά και πάλι η κυβέρνηση αδυνατεί.

       Μπέρδεμα γίνεται και με το θέμα των τόκων. Πιστεύουν πολλοί, επηρεασμένοι από την αποβλακωτική προπαγάνδα που πλασάρει το δίδυμο Καμμένου - Κωνσταντοπούλου, ότι αρκεί να «αρνηθούμε» το χρέος, που σημαίνει ότι δεν θα πληρώνουμε ούτε τόκους για να φτάσουν τα χρήματα και να κινηθούμε μόνοι μας.

       Ούτε αυτό μπορεί να συμβεί. Το μεγαλύτερο έλλειμμα της χώρας βρίσκεται εκεί ακριβώς που δεν θέλουν να κοιτάξουν οι κυβερνώντες. Το πραγματικό πρόβλημα της χώρας είναι ότι ο επιχειρηματικός τομέας της οικονομίας δεν παράγει επαρκή αξία προϊόντων και υπηρεσιών που να θέλει να τα αγοράσει ο έξω κόσμος. Η πραγματική λιτότητα ήρθε από τη στιγμή που σταματήσαμε να καταναλώνουμε με δανεικά περισσότερα από όσα παράγουμε.

       Αναλογιστείτε πόσες εισαγωγές χρειάζονται τα «ελληνικά» προϊόντα. Ας συμφωνήσουμε επιτέλους ότι το βαθύτερο πρόβλημα της χώρας είναι το πολύ πραγματικό έλλειμμα της συρρικνωμένης πραγματικής οικονομίας. Το μοντέλο που θέλει το κράτος να αυξάνει τις παροχές και να υποχρεώνει τις επιχειρήσεις σε αυξήσεις δεν θα οδηγήσει ποτέ σε νέο παραγωγικό μοντέλο. Χρειαζόμαστε διεθνείς επενδυτές και καλύτερους επιχειρηματίες και όχι γραφειοκράτες ιδεολόγους. Το δυστύχημα είναι ότι μέχρις ότου συμβεί αυτό, είναι πολύ εύκολο να μεσολαβήσει ένα πολύ σοβαρό ατύχημα. Μάλιστα, οι απαισιόδοξοι πιστεύουν ότι χωρίς ένα μεγάλο σοκ θα συνεχίσουμε να πιστεύουμε στην κρατικίστικη χίμαιρα.