16/03/2015 - "Αν τολμούσε ο Πρωθυπουργός τα ουσιώδη" και "Από το Grexit στο Grexident"

    Αθήνα, 16/03/2015

    ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ  

      Σας αναδημοσιεύουμε από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής 15/03/2015, το άρθρο του Χρ. Γιανναρά με τίτλο «Αν τολμούσε ο Πρωθυπουργός τα ουσιώδη» και το άρθρο του Πασχ. Μανδραβέλη με τίτλο «Από το Grexit στο Grexident», προς ενημέρωση σας.

     

      Αν τολμούσε ο Πρωθυπουργός τα ουσιώδη – Χρ. Γιαννάρα

     

      Η λογική των δανειστών μας απλή, τετράγωνη: Δανειστήκατε, χρωστάτε, θα πληρώσετε. Αφού δεν έχετε χρήματα, θα υποστείτε κατάσχεση: κοινωνικής περιουσίας, εθνικού σας πλούτου. Εναλλακτική προσφορά μας: Να συνομολογήσετε την επιτρόπευση του κράτους σας, τον άμεσο, επιτόπιο έλεγχο της οικονομίας και κάθε πτυχής του κρατικού σας μηχανισμού. Οπως γίνεται πάντοτε σε κάθε χώρα νικημένη: Θα είσαστε υπό κατοχήν, όχι από στρατό κατοχής, από «θεσμούς».

       Εξόφθαλμα δεδομένη η αδυναμία-ανημπόρια μας να αντισταθούμε: Δεν έχουμε ερείσματα αντίστασης, έρμα πίστης στην αξιοπρέπειά μας, στην Ιστορία μας, σε ποιότητες ζωής που χωρίς αυτές δεν έχει νόημα να υπάρχεις. Γλώσσα, κάλλος της γης μας, Τέχνη των προγόνων μας, λαϊκή βιωματική παράδοση «νοήματος», λογαριάζονται (στην καλύτερη περίπτωση) ρητορικός ρομαντισμός, αερολογία. Αυτό που προέχει στη ζωή μας είναι το χρήμα, χαρά ζωής και νόημα ζωής δίνει μόνο το χρήμα, ο κοινός τρόπος, η οργάνωση και οι προτεραιότητες του βίου δεν αφήνουν περιθώρια για άλλη πρωτεύουσα σκόπευση.

       Βλέποντας ο Μάνος Χατζιδάκις, όταν ζούσε, τον συνεχή βυθισμό του μεταπρατικού μας κράτους στη διαφθορά και στη διάλυση, είχε πει το εκπληκτικό εκείνο: «Να φέρουμε τους Ευρωπαίους να μας κυβερνήσουν, ώστε να μπορέσουμε εμείς να ασχοληθούμε με τα ουσιώδη». Η τραγωδία είναι, σήμερα πια, ότι τα «ουσιώδη» για μας τους συμπτωματικά συμπατριώτες του μεγάλου μουσικού, είναι μόνο η καταναλωτική ευχέρεια, ο πρωτογονισμός της μονοτροπίας ιστορικο-υλιστικών προτεραιοτήτων.

       Ο Αλέξης Τσίπρας έχει τη φρεσκάδα της νιότης και γερό μυαλό. Θα μπορούσε να «πιάσει» τον πολιτικό ρεαλισμό της ρήσης του Μάνου Χατζιδάκι. Να δει καθαρά το δίλημμα μπροστά μας: Ή θα σερνόμαστε, για πολλές δεκαετίες, στα παζαρέματα με τη βαναυσότητα (λογικά τετράγωνη) των δανειστών μας ή θα αλλάξουμε ρότα. Οχι για να διολισθήσουμε σε συνθηματολογίες παλικαρισμού και ρητορικά νταηλίκια για ψυχολογική κατανάλωση, αλλά ρισκάροντας το ρεαλιστικότατο δίλημμα: ή όλα ή τίποτα. Με το «όλα» να σημαίνει τα «ουσιώδη» του Μάνου Χατζιδάκι.

       Θα λέγαμε στους δανειστές μας (με τη γλώσσα της πολιτικής, όχι της επιφυλλιδογραφίας): Ναι, δεχόμαστε να υποστούμε τις συνέπειες της αφροσύνης μας, δεχόμαστε να επιτροπεύεται κάθε κρατική λειτουργία, να κηδεμονεύεται ταπεινωτικά ο βιοπορισμός μας. Με μία μόνο εξαίρεση: Θα μας αφήσετε να διαχειριστούμε την Παιδεία μας. Χωρίς καμουφλαρισμένες επεμβάσεις των μυστικών υπηρεσιών σας, χωρίς να εξαγοράζετε «οργανικούς διανοουμένους» στον τόπο μας, παπαγαλάκια της αρνησιπατρίας, των παραχαράξεων της Ιστορίας, της υπονόμευσης του γλωσσικού μας κληρονομήματος.

       Και όταν λέμε Παιδεία, δεν εννοούμε, βέβαια, τη σχολική μόνο και πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Εννοούμε και τον κοινωνικό έλεγχο των ΜΜΕ: τη θεσμική οργάνωση αυτού του ελέγχου, για να είναι ανυπότακτες σε ιδιωτικά βουλιμικά συμφέροντα η πληροφόρηση και η ψυχαγωγία.

       Γιατί θα ήταν «ελληνική» μια τέτοια απάντηση στον διλημματικό εκβιασμό από τους δανειστές μας; Επειδή απηχεί την ιστορική εμπειρία μας, διδάγματα ρεαλιστικά από το παρελθόν μας: Οταν, το 146 π.Χ., οι Ρωμαίοι κατάκτησαν και την κυρίως Ελλάδα, όπως και το 1453 μ.Χ., όταν οι Τούρκοι εμπέδωναν την κυριαρχία τους στον «μέγα κόσμο» της ελληνορωμαϊκής «οικουμένης» (στην εξελληνισμένη αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης - Κωνσταντινούπολης), οι Ελληνες υποτάχθηκαν στον πολεμικά ισχυρότερο, αλλά δεν παραιτήθηκαν από τον δικό τους «τρόπο», τον δικό τους πολιτισμό. Η δυναμική του ελληνικού «τρόπου» (η ποιότητα της ανταπόκρισης στα «ουσιώδη» των αναγκών του ανθρώπου) κατόρθωσε «ανεπαισθήτως» να αλώσει ένδοθεν τη ρωμαϊκή παντοδυναμία, να καρπίσει, επί χίλια χρόνια, έναν κοσμοπολίτικο πολιτισμό ιστορικής πρωτοπορίας.

       Δεν κατόρθωσε αυτός ο διεθνικός Ελληνισμός την ίδια δυναμική, όταν το 1453 υποδουλώθηκε στους Τούρκους. Οι Τούρκοι είχαν αδιάβροχες αντιστάσεις σε κάθε ενδεχόμενο να επηρεαστούν πολιτισμικά από τους Ελληνες: Είχαν τον πρωτογονισμό της θρησκείας του Ισλάμ (μιας θρησκείας χωρίς μεταφυσική) και καθόλου ή ελάχιστους εθισμούς σε κοινωνικό βίο με όρους ισονομίας και ισοτιμίας. Δεν αφομοιώθηκαν οι κατακτητές από τους κατακτημένους, όπως έγινε με τους Ρωμαίους. Αλλά και δεν εμπόδισαν ολοκληρωτικά τους κατακτημένους να συνεχίσουν, έστω και με συνθήκες εξουθενωτικής σκλαβιάς και φτώχειας, «να ασχολούνται με τα ουσιώδη»: Να παράγουν την έκπληξη ενός λαϊκού πολιτισμού, που τα επιτεύγματά του τα λογαριάζουμε σήμερα κορυφαία σε σοφία και αισθητική: Αρχιτεκτονική, χωροταξία, ποίηση και τραγούδι, φορεσιές, κοινοτικοί και συντεχνιακοί θεσμοί, χοροί, γιορτές, κοινωνική αλληλεγγύη.

      Ο λαϊκός πολιτισμός των υπόδουλων στους Τούρκους Ελλήνων συνέχιζε, οργανικά και γόνιμα, τον ίδιο ελληνικό «τρόπο» που άρδευσε την ανθρώπινη Ιστορία από τον Ομηρο ώς τον Ρωμανό τον Μελωδό και ώς τον «Ερωτόκριτο». Ο «τρόπος» συνόψιζε τα «ουσιώδη» για τους Ελληνες που μπορούσαν να τα καλλιεργούν, δηλαδή να τα χαίρονται, έστω κι αν τους κυβερνούσαν στυγνοί τύραννοι. Σήμερα, το άλλοτε αίτημα του Μάνου Χατζιδάκι μοιάζει ουτοπικό (ή και ακατανόητο), γιατί ο «τρόπος» των Ελλήνων πια δεν λειτουργεί. Κυριάρχησε απόλυτα η εθελοδουλεία του μεταπρατισμού, της ξιπασιάς, του πιθηκισμού των «Ευρωπαίγων», όπως έλεγε ο Μακρυγιάννης.

      Ο Αλέξης Τσίπρας έχει τη φρεσκάδα της νιότης και γερό μυαλό. Εφτιαξε κυβέρνηση επιστρατεύοντας, για πρώτη φορά, κοινωνικές δυνάμεις. Εκανε Πρόεδρο Δημοκρατίας κομματικό του αντίπαλο. Είναι φανερό ότι επιδιώκει, στις κρίσιμες αυτές ώρες, συνεργασίες, συστράτευση έντιμων και αποδεδειγμένα ικανών ανθρώπων. Θα διάβασε, δεν μπορεί, το άρθρο του Στέφανου Μάνου στην «Κ» της περασμένης Κυριακής (8.3.2015). Είναι στη στόφα του η τόλμη, να φωνάξει τον Μάνο και να του πει: «Αυτά ακριβώς που έγραψες στο άρθρο, μπες στην κυβέρνηση, να τα κάνεις πράξη».

       Αν ο Μάνος δεχτεί και τολμήσει, η δόξα θα είναι περισσότερο του Τσίπρα, λιγότερο του Μάνου. Αν δεν δεχτεί ή αν δεχτεί και αποτύχει, τότε τον κοινό έπαινο θα τον εισπράξει και πάλι ο Τσίπρας, που τόλμησε.

       Οι σάπιες φιγούρες του πράσινου και γαλάζιου παρελθόντος δεν ήταν ικανές ούτε καν να φιλοδοξήσουν τέτοια «ουσιώδη» τολμήματα.

     

    Από το Grexit στο Grexident - Πασχ. Μανδραβέλη

     

      «Πώς κυβερνάται ο κόσμος και οδηγείται στον πόλεμο;» αναρωτήθηκε κάποτε ο Αυστριακός συγγραφέας Καρλ Κράους. «Οι διπλωμάτες λένε ψέματα στους δημοσιογράφους κι όταν τα διαβάζουν τα πιστεύουν και οι ίδιοι». Στην Ελλάδα τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Οι δημοσιογράφοι λένε ψέματα στους πολιτικούς κι αυτοί, υπό την επήρεια βαριάς τηλοψίας, κάνουν επιπόλαια διαβήματα σε ξένες χώρες. Ετσι ένα μεταφραστικό λάθος που έκαναν τα κανάλια στις δηλώσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε οδήγησε το υπουργείο Εξωτερικών σε διάβημα κατά της Γερμανίας! Σύμφωνα με το «Mega» ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας δήλωσε «το να είναι (ο κ. Βαρουφάκης) τόσο ανόητα αφελής σε θέματα επικοινωνίας του είπα δεν το πιστεύω...» ενώ η πραγματική δήλωση ήταν «Δεν πιστεύω να έγινε (ο κ. Βαρουφάκης) ξαφνικά αφελής στα επικοινωνιακά και του το είπα...».

       Η παραποιημένη αυτή δήλωση προκάλεσε θύελλα. Ο υπουργός Επικρατείας κ. Αλέκος Φλαμπουράρης –που εκτός των άλλων δήλωσε ότι «οι Πολωνοί ήταν σύμμαχοι των Γερμανών στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο»!– απέδωσε τις αντιδράσεις του κ. Σόιμπλε σε «ψυχολογικά προβλήματα των Γερμανών». Ετερος υπουργός, ο κ. Δημήτρης Στρατούλης, χαρακτήρισε τον Γερμανό υπουργό «εμμονικό». Ο αντιπρόεδρος της Βουλής κ. Γιάννης Μπαλάφας είπε ότι ο κ. Σόιμπλε «λυσσάει»• μην αναφερθούμε και στα αρχαιοπρεπή και γεμάτα λάθη ελληνικά του βουλευτή της συμπολίτευσης κ. Κώστα Ζουράρι. Ετσι όμως γεννάται ένα ερώτημα: αν για μια λάθος μετάφραση κάποιας δήλωσης εξαπολύθηκαν τόσοι χαρακτηρισμοί, τι θα γινόταν αν Γερμανοί αξιωματούχοι χαρακτήριζαν ένα Ελληνα υπουργό «εμμονικό», που «λυσσάει» και το ελληνικό κράτος «ληστρικό»; Αντί για διάβημα διαμαρτυρίας θα στέλναμε διακοίνωση για κήρυξη πόλεμου;

       Εχουμε γράψει και παλιότερα ότι η κυβέρνηση δεν έχει σχέδιο για Grexit. Για την ακρίβεια, δεν έχει κανένα σχέδιο. Γι’ αυτό και θα βρεθούμε σε Grexident. «Η αποτυχία της προετοιμασίας είναι προετοιμασία της αποτυχίας» είχε πει κάποιος, και τα καμώματα των κυβερνητικών στελεχών μεγιστοποιούν τις πιθανότητες ενός «ελληνικού ατυχήματος». Υπουργοί έπιασαν στασίδι στα κανάλια και εξαπολύουν μύδρους και συνθήματα κατά του συστήματος, του καπιταλισμού, των Γερμανών, του νεοφιλελευθερισμού, των συνομιλητών τους• και όχι κατ’ ανάγκη με αυτή τη σειρά. Το μόνο που κάνει αυτό τον καιρό η κυβέρνηση είναι να διαχειρίζεται επικοινωνιακά την πραγματικότητα, η οποία είτε εξελίσσεται ερήμην της κυβέρνησης, είτε χειροτερεύει από την προχειρότητα, τις μεγαλοστομίες και το ύφος των στελεχών της.

       Θα το επαναλάβουμε: η Ιστορία δεν συμβαίνει μονομιάς. Παράγεται με τη σώρευση μικρών συμβάντων και μεγάλων παρανοήσεων που καταλήγουν σε εθνικές καταστροφές. Η κυβέρνηση –στριμωγμένη ανάμεσα τις προσδοκίες που έθρεψε προεκλογικά και στην οικονομική πραγματικότητα– καλλιεργεί για αντιπερισπασμό ένα ρηχό αντιγερμανισμό που θα καταλήξει σε βαθύ αντιευρωπαϊσμό. Τα στελέχη της αντί να συμμαζεύουν την κατάσταση που διαρκώς εκτροχιάζεται, κάνουν διαγωνισμό κενής ρητορείας. Μεγαλοεπιχειρηματίες και συγκροτήματα ΜΜΕ, που λόγω επιτήρησης έχασαν τον τροφοδότη λογαριασμό του κράτους, βλέπουν την επιστροφή στη δραχμή ως μόνη διέξοδο σωτηρίας τους. Τα κανάλια καλλιεργούν τον εθνικολαϊκισμό εκ του προχείρου για λίγες μονάδες τηλεθέασης. Οι πολίτες χτυπημένοι από τη λιτότητα και τη χαοτική τηλεοπτική «ενημέρωση» αδιαφορούν για τις συνέπειες της χρεοκοπίας και της ντε φάκτο απομόνωσης της χώρας, η οποία ήδη άρχισε να γίνεται εμφανής.

       Δημιουργούνται ιδανικές συνθήκες για το μεγάλο ατύχημα. Συνέβη πολλάκις στην Ιστορία, αλλά σήμερα, έχοντας προηγούμενες εμπειρίες, θα μπορούσαμε να το αποφύγουμε...